Ελληνικά - Σούπερ μάρκετ - Σούπερ μάρκετ

αρχίστε να μαθαίνετε

Κατάλογος λεξιλογίου για τη γλώσσα Ελληνικά

πελάτης
ταμίας
ουρά
απόδειξη
ανοιχτό
κλειστό
καρότσι
σακούλα
αυτόματο ταμείο
γραμμωτός κώδικας
σαρωτής
ευκαιρία
ειδική προσφορά
μηχάνημα καρτών
καλάθι
λαβή
αγορές μέσω διαδικτύου
κουπόνι έκπτωσης
διανομέας
κατ' οίκον παράδοση
αρτοποιείο
γαλακτοκομικά
δημητριακά
δημητριακά πρωινού
λαχανικά
φρούτα
κρέας
πουλερικά
ψάρια
ζαχαρωτά
κονσερβοποιημένα τρόφιμα
παντοπωλείο
κατεψυγμένα τρόφιμα
έτοιμα γεύματα
ποτά
οικιακά προϊόντα
είδη προσωπικής φροντίδας
παιδικά προϊόντα
ζωοτροφές
είδη γραφείου
ηλεκτρικά είδη
Μάθετε λεξιλόγιο για να κατακτήσετε Ελληνικά.